Σάββατο 27 Απρ, 2024 | Επικοινωνία
Facebook Header Button   Tweeter Header Button    Youtube Header Button

Θα πρέπει να φοβάται ο άνδρας το χειρουργείο για την υπερπλασία του προστάτη;

Θα πρέπει να φοβάται ο άνδρας το χειρουργείο για την υπερπλασία του προστάτη;

Η καλοήθης υπερπλασία του προστάτη αποτελεί τη συχνότερη προστατική νόσο. Ξεκινάει στην ηλικία των σαράντα ετών, με το 30-40% των ανδρών ηλικίας 40-50 ετών να εμφανίζουν ιστολογικές αλλοιώσεις υπερπλασίας του προστάτη.

Τα συμπτώματα από το κατώτερο ουροποιητικό σύστημα (LUTS), λόγω της καλοήθους υπερπλασίας του προστάτη (ΒΡΗ), ταλαιπωρούν έναν στους δύο άνδρες ηλικίας άνω των πενήντα ετών με συχνότητα η οποία αυξάνεται αναλογικά της ηλικίας.

Τα συχνότερα συμπτώματα είναι η συχνουρία, η επιτακτικότητα (η έντονη δηλαδή, σχεδόν βασανιστική, επιθυμία για ούρηση), η νυκτουρία, η μείωση της ακτίνας και της ροής των ούρων, η διακοπτόμενη ούρηση και η καθυστέρηση στην έναρξη της ούρησης.

Υπερπλασία του προστάτη και Στυτική δυσλειτουργία

Οι μισοί, ίσως και περισσότεροι από τους άνδρες που εμφανίζουν συμπτώματα από το κατώτερο ουροποιητικό παράλληλα θα εμφανίσουν και στυτική δυσλειτουργία ή διαταραχές στην εκσπερμάτιση.

Η σχέση μεταξύ LUTS και στυτικής δυσλειτουργίας έχει ιδιαίτερη σημασία, διότι είναι ιδιαίτερα διαδεδομένες, εμφανίζονται στις ίδιες ηλικιακές ομάδες και συμβάλλουν σημαντικά στη συνολική ποιότητα της ζωής.

Τα συμπτώματα της καλοήθους υπερπλασίας του προστάτη αποτελούν ανεξάρτητο παράγοντα κινδύνου για εμφάνιση στυτικής δυσλειτουργίας σε ποσοστό που φθάνει το 70%, όπως δείχνουν τελευταίες επιδημιολογικές μελέτες.

Μάλιστα, όσο σοβαρότερα είναι τα συμπτώματα, τόσο εντονότερη είναι και η δυσκολία στη σεξουαλική διέγερση και πράξη. Οι διαταραχές στην εκσπερμάτιση που παρατηρούνται αφορούν κυρίως στη μείωση του όγκου του σπέρματος και στον πόνο κατά την εκσπερμάτιση.

Φαρμακευτική θεραπεία

Κατά τη διάρκεια των τελευταίων 25 χρόνων, έχει επιτευχθεί μεγάλη πρόοδος στη φαρμακευτική θεραπεία των ασθενών με LUTS/ΒΡΗ. Διαθέτουμε πλέον φάρμακα ασφαλή και αποτελεσματικά, τα οποία μπορούμε να τα χορηγούμε και σε συνδυασμό για ακόμα μεγαλύτερη δραστικότητα.

Ωστόσο και παρά τη σημαντική αυτή πρόοδο της φαρμακευτικής θεραπείας, η επιλογή της χειρουργικής επέμβασης από το θεράποντα και τον ασθενή αυξάνεται σταθερά. Ο ασθενής πριν επιλέξει θα πρέπει να γνωρίζει το αντίκτυπο που θα έχει στη σεξουαλικότητά του ο κάθε τύπος επέμβασης που είναι διαθέσιμος για τη θεραπεία της υπερπλασίας του.

Χειρουργική θεραπεία

Η ανοιχτή προστατεκτομή αποτελεί την αρχαιότερη (άνω των εκατό ετών) χειρουργική τεχνική για την αφαίρεση του προστατικού αδενώματος.

Είναι η πιο επεμβατική και αιματηρή σαν τεχνική, αλλά και η πιο αποτελεσματική και ανθεκτική στο χρόνο θεραπεία της υπερπλασίας του προστάτη.

Έχει ακόμα ένδειξη σε μεγάλα αδενώματα του προστάτη και εκτελείται συχνά, ιδιαίτερα σε αναπτυσσόμενες χώρες.

Αν και δεν υπάρχουν προοπτικές μελέτες που να αναφέρονται στις επιπλοκές της τεχνικής αυτής σε σχέση με τη σεξουαλική λειτουργία, από τα μέχρι τώρα δεδομένα φαίνεται ότι η ανοικτή προστατεκτομή έχει πιθανότητα 16-31% να επηρεάσει στη στυτική λειτουργία του άνδρα και 80% να προκαλέσει δυσλειτουργία στην εκσπερμάτιση.

Η διουρηθρική προστατεκτομή ( TURP), μονοπολική ή διπολική, θεωρείται ως η θεραπεία εκλογής για τη χειρουργική αντιμετώπιση της καλοήθους υπερπλασίας του προστάτη.

Ενδείκνυται κυρίως για μέτριου μεγέθους αδενώματα, αν και πλέον με την εισαγωγή της διπολικής τεχνικής μπορούν με ασφάλεια να αφαιρεθούν και μεγαλύτερα. Το ποσοστό εμφάνισης στυτικής δυσλειτουργίας μετά από διουρηθρική προστατεκτομή κυμαίνεται στις διάφορες μελέτες από 13,4 έως 26,5%, ενώ συσχετίζεται με τη διάτρηση της προστατική κάψας και την ύπαρξη σακχαρώδη διαβήτη.

Σε μια άλλη μελέτη η συχνότητα της νεοεμφανιζόμενης στυτικής δυσλειτουργίας μετά από διουρηθρική προστατεκτομή έφτασε έως 32%. Τέλος, σε μια τυχαιοποιημένη, ελεγχόμενη μελέτη που συνέκρινε την διουρηθρική προστατεκτομή με την απλή παρακολούθηση ("watchfull waiting") του ασθενή προέκυψε ότι δεν υπάρχει διαφορά στην πιθανότητα εμφάνισης στυτικής δυσλειτουργίας μεταξύ των δύο ομάδων.

Η διπολική διουρηθρική προστατεκτομή έχει το πλεονέκτημα της χρήσης φυσιολογικού ορού αντί της γλυκίνης για διάλυμα έκπλυσης, το οποίο χρησιμοποιείται για την παραδοσιακη μονοπολική διουρηθρική προστατεκτομή, αποφεύγοντας με τον τρόπο αυτό τον κίνδυνο εμφάνισης του σύνδρομο της διουρηθρικής εκτομής.

Αυτό το χαρακτηριστικό δίνει στο χειρουργό περισσότερο χειρουργικό χρόνο για να αφαιρέσει μεγαλύτερους αδένες. Επιπλέον, επειδή η διπολική TURP έχει και τα δύο ηλεκτρόδια στο ρεζεκτοσκόπιο, χρησιμοποιεί λιγότερη ενέργεια και αναπτύσσεται χαμηλότερη θερμοκρασία στο χώρο της εκτομής.

Έχουμε δηλαδή μια τεχνική ασφαλέστερη, που επηρεάζει λιγότερο τους γειτονικούς ιστούς και που εξασφαλίζει στο χειρουργό περισσότερο χρόνο για να αφαιρέσει περισσότερο ιστό και να εξασφαλίσει το καλύτερο δυνατό χειρουργικό αποτέλεσμα με τις λιγότερες μετεγχειρητικές επιπλοκές. Στη διουρηθρική προστατεκτομή, όπως και στην ανοικτή, μπορεί να εμφανισθούν διαταραχές στην εκσπερμάτιση σε ποσοστό που κυμαίνεται στις διάφορες μελέτες από 48 έως 72%.

Η πιο συχνή είναι η παλίνδρομη εκσπερμάτιση και εμφανίζεται κυρίως μετά από εκτομή του αυχένα της ουροδόχου κύστης.

Η χρήση των ακτίνων laser έχει φέρει επανάσταση στην ιατρική και στην χειρουργική αντιμετώπιση της υπερπλασίας του προστάτη. Οι τεχνικές που περισσότερο εφαρμόζονται είναι η ενδοσκοπική εκπυρήνιση του προστάτη (HoLEP) και η φωτοεπιλεκτική εξάχνωση του προστάτη (GreenLight). Καθεμιά από τις τεχνικές αυτές έχει μελετηθεί και συγκριθεί με την κλασσική διουρηθρική προστατεκτομή όσον αφορά την αποτελεσματικότητα, την ασφάλεια και τις μετεγχειρητικές επιπλοκές τους.

Σε όλες τις μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί το αποτέλεσμα είναι το εξής ένα:

αποτελούν εξίσου αποτελεσματικές και ασφαλείς μεθόδους αφαίρεσης του προστατικού αδενώματος συγκριτικά με την TURP, ενώ και οι μετεγχειρητικές επιπλοκές που παρατηρούνται και αφορούν τη σεξουαλικότητα του άνδρα κυμαίνονται στα ίδια ποσοστά.

Βλέπουμε λοιπόν ότι η χειρουργική αφαίρεση του προστατικού αδενώματος αποτελεί μια ασφαλή και αποτελεσματική θεραπευτική επιλογή η οποία όμως υπάρχει πιθανότητα να επηρεάσει μετεγχειρητικά τη σεξουαλική λειτουργία του άνδρα.

Με την επιλογή όμως της κατάλληλης χειρουργικής τεχνικής για τον κάθε ασθενή οι πιθανότητες αυτές ελαχιστοποιούνται και ο άνδρας μετά το χειρουργείο του μπορεί να επιστρέψει στη σεξουαλική του δραστηριότητα.

*Παπαϊωάννου Γιάννης(askitis-cy.com) 

Για να σχολιάσετε κάντε κλικ εδώ
 
Πίσω στην αρχή της σελίδας